Η φωτογραφία του “Ρουμανικού Γυμνασίου” μετέπειτα “Οικονομικό Γυμνάσιο” είναι από το αρχείο
του απόφοιτου της Ζωσιμαίας Σχολής Γεωργίου Δ. Καρρά
(Αναμνήσεις από τη Ζωσιμαία – Για να θυμούνται οι παλαιότεροι και να μαθαίνουν οι νέοι).
Βρισκόμαστε στο …σωτήριο σχολικό έτος 1954-55 και ήμουν μαθητής της ΣΤ’ τάξεως (1η Λυκείου με τα σημερινά δεδομένα).
Η κατάσταση που επικρατούσε από πλευράς εμφανίσεως ήταν πηλίκιο και κούρεμα με τη μηχανή, πλην της ογδόης (Η’), που μπορούσε να έχει πολύ κοντό μαλλί, γύρω στα δύο δάχτυλα. Από την αρχή της σχολικής χρονιάς, το Σεπτέμβριο, με απασχολούσε το γεγονός ότι τα Χριστούγεννα και συγκεκριμένα του Αϊ Γιαννιού, θα παντρευότανε πολύ στενό συγγενικό μου πρόσωπο και μου ήταν αδιανόητο να είμαι στο γάμο με το κεφάλι γουλί.
Μετά από αρκετό προβληματισμό απεφάσισα να τολμήσω τη διατήρηση των μαλλιών και το κατάφερα με μεγάλη προσπάθεια και αγωνία, σε διμέτωπο αγώνα, δηλαδή στο σχολείο και στο σπίτι, γιατί, μπορώ να πω, δυσκολότερο ήταν να αντιστέκομαι στις πιέσεις των αειμνήστων γονιών μου, που συνεχώς μου λέγαν να κουρευτώ.
Και έφτασε η πολυπόθητη προπαραμονή των Χριστουγέννων, που θα άρχιζαν οι διακοπές. Μετά από δύο ώρες μάθημα όλο το σχολείο συγκεντρώθηκε, στην καθιερωμένη παράταξη μπροστά στην πρόσοψη του κτιρίου (το παλιό Ρουμανικό σχολείο στην οδό Μιχ. Αγγέλου), προκειμένου ο γυμνασιάρχης, ο ανεπανάληπτος Γεώργιος Παπανικολάου, να μας πει τις απαραίτητες ευχές και παραινέσεις και μετά να αποχωρήσουμε. Για το λόγο αυτό είχαμε μαζί μας τα πράγματα μας (τσάντες, βιβλία κλπ) και φορούσαμε τα καπέλα. (Αυτός ήταν κι ο λόγος που δεν προσπάθησα ν’ αποφύγω την παράταξη, γιατί το πηλίκιο κάλυπτε την πλούσια κόμη μου).
Στην είσοδο του ισογείου στεκότανε ο υποδιευθυντής Γεώργιος Μπέγκας (εξαίρετος δάσκαλος, αλλά και κέρβερος, φόβος και τρόμος) ακριβώς απέναντι από τη θέση που ήταν το τμήμα μου. Ο διπλανός χώρος ήταν κενός γιατί το πρώτο τμήμα της έκτης δεν είχε βγει ακόμη από την τάξη. Περιχαρής, γιατί κατάφερα να διατηρήσω τα μαλλιά, συμμετείχα στα μεταξύ μας πειράγματα, χωρίς φυσικά να φαντασθώ τι θα επακολουθούσε.
Δίπλα μου ήταν ο Ναπολέων Παπαδόπουλος, ο οποίος είχε ένα εντυπωσιακό καπέλο, στυλ ναυάρχου, κατάλληλα περιποιημένο, με σύρμα εσωτερικά, για να διατηρεί το αεροπλανικό του σχήμα, που πολλοί το ζηλεύανε. Αεικίνητος ο Ναπολέων πείραζε τους γύρω του και κάποια στιγμή ο Νίκος ο Σιαφάκας, αν θυμάμαι καλά, σπρώχνει το καπέλο του Ναπολέοντα που πέφτει στο πλάι μου. Πριν φτάσει στο έδαφος τραβάω ένα μονοκόμματο σουτ στο καπέλο με τρομερή …ευστοχία. Το αφιλότιμο έσκασε στα σκαλοπάτια της πόρτας του ισογείου μπροστά στα πόδια του Μπέγκα. Βλέποντας την κατάληξη του …σουτ και την φοβερή ευστοχία που είχα να στείλω το καπέλο στα πόδια του .. .κέρβερου Μπέγκα, δεν πρόλαβα ούτε να θαυμάσω την ευστοχία μου (100 φορές να με βάζανε να το επαναλάβω είναι σίγουρο ότι ούτε μια δεν θα το πετύχαινα), αλλά ούτε και να ευχηθώ ν’ ανοίξει η γη να με καταπιεί, γιατί ήδη ο Μπέγκας μου έκανε νεύμα, με το δάκτυλο του, να πλησιάσω, αντιλαμβανόμενος, από την ταραχή μου, ποιος ήταν ο δράστης. Πλησίασα με τρεμάμενα βήματα και καταρώμενος την ώρα και στιγμή που σουτάρισα το καπέλο και στάθηκα μπροστά του. Χωρίς καμμία λέξη μου τράβηξε ένα φούσκο που είδα τον ουρανό σφοντύλι. Το χειρότερο όμως ήταν που με τη σφαλιάρα το καπέλο που φορούσα γύρισε στο πλάι και απεκάλυψε, σ’ όλη τους τη μεγαλοπρέπεια, τα πλούσια μαλλιά μου. Ποιος είδε το Θεό και δεν τον φοβήθηκε. Με βουτάει από τα μαλλιά και με σέρνει στο εσωτερικό του κτιρίου παρατηρώντας. «Ώστε έτσι. Μαλλιά, μαλλούρα, όταν της ογδόης έχουν μόνο ένα δαχτυλάκι». Αφού μπήκαμε μέσα φωνάζει τον επιστάτη, τον Θανάση, να του φέρει το ψαλίδι. Αντιλαμβάνεστε, όπως κι εγώ εκείνη τη στιγμή, τη συνέχεια. Κυριευμένος από μαύρη απελπισία ήμουν δυστυχέστερος των πρωτόπλαστων όταν έχασαν τον Παράδεισο.
Φαίνεται όμως ότι η καλή μου τύχη δεν με είχε εγκαταλείψει πλήρως και παρουσιάστηκε στο πρόσωπο του Σπύρου του Καρακίτσου, του θαυμάσιου αυτού Φυσικού, ο οποίος παρακολουθούσε όλα τα διαδραματισθέντα με το περιπαικτικό του χαμόγελο και που έπεισε τον Θανάση να μη φέρει το ψαλίδι, ισχυριζόμενος ότι δεν το βρίσκει.
Τελικώς ο Μπέγκας δεν επέμενε (είχε αντιληφθεί και την παρέμβαση Καρακίτσου) και έτσι απεφεύχθη η …τραγωδία της απώλειας της κόμης, με τη δέσμευση να παρουσιασθώ ενώπιον του κουρεμένος, όχι το απόγευμα όπως αρχικά μου ζήτησε, αλλά μετά τις γιορτές.
Σημείωση 1: Η μνημόνευση των ονομάτων καθηγητών και επιστάτου γίνεται με συγκίνηση και αγάπη γι’ αυτούς και για όσα μας προσέφεραν.
Σημείωση 2: Η προσπάθεια για τη διατήρηση των μαλλιών είχε αποτέλεσμα, γιατί στο γάμο εισπράξαμε κάποιες ματιές και χαμόγελα, που αυτά, στον καιρό μας, ήταν αρκετά να μας γεμίσουν με γλυκιά προσμονή, όπως και κατά τις καντάδες που κάναμε το σούρουπο και περισσότερο φανταζόμαστε, παρά διακρίνουμε τις μορφές πίσω από τις μισάνοιχτες γρίλιες. Αλλά περί αυτών άλλη φορά.
Ο Βασίλειος Τζούμας είναι Τοπογράφος Μηχανικός του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου, απόφοιτος της Ζωσιμαίας Σχολής της τάξης που αποφοίτησε το 1957. Ενεργό μέλος του Συλλόγου Αποφοίτων Ζωσιμαίας Σχολής από της ιδρύσεως του.
1 Comment
Ευχάριστες αναμνήσεις.