της Γεωργίας Κολαΐτη – Σακελλαρίου
Δέκατος όγδοος αιώνας, δέκατος ένατος, εικοστός, εικοστός πρώτος. Η ακμή διαδέχεται την παρακμή, κι αυτή με τη σειρά της ανατρέπει την ευημερία λαών.
Η ροή της Ιστορίας μας ανελέητη. Ο χρόνος τρέχει, να προλάβει τα γεγονότα, που αλάθητα προδιαγράφονται από την μέχρι τώρα πορεία μας.
Η παρακμή πλησιάζει πάλι. Αλλά δεν έφτασε ακόμα. Τα σημάδια της όμως είναι ολοφάνερα, και ταλανίζουν τον άνθρωπο, απειλώντας να γυρίσουν το ρολόι της εξέλιξής του με αντίθετη φορά. Παρ’ όλ’ αυτά, για μερικά δευτερόλεπτα, χτυπά το ξυπνητήρι του, για να αφυπνίσει συνειδήσεις και πνεύματα.
Έτσι, κι εδώ, όπως και σε πολλά άλλα μέρη, εδώ, στην καρδιά της Αθήνας, όπου, ενάντια στα σημάδια των καιρών, συναντιούνται ευαγείς σκέψεις, ιδέες, οράματα, προσπαθώντας να πλέξουν το μέλλον με τα δικά τους φωτεινά νήματα, εδώ, συναντήθηκαν, μερικά χρόνια πριν, κάποιοι παλιοί φίλοι, που, ενάντια στα σημάδια των καιρών, κρατούσαν στην καρδιά τα νιάτα, και στη σκέψη τη γνώση, το καταστάλαγμα, την απόφαση. Φύλαγαν στην καρδιά τις μνήμες, και στη σκέψη το ζωντάνεμά τους. Κι έστησαν εδώ, ενάντια στα σημάδια των καιρών, το θερμοκήπιο των δικών τους οραμάτων, που ανεξάντλητα, ολ’ αυτά τα χρόνια, πάλευαν να καρποφορήσουν.
Συναντήθηκαν εδώ, άτομα μέσα στο πλήθος, μαζί μ’ αυτούς κι εμείς, οι απ’ έξω. Και θα γίνουν παρέα, θα γίνουν ομάδα, ξανά, όπως τότε. Θα γίνουν πάλι «συμμαθητές». Για να συνταιριάξουν το χθες με το σήμερα. Το χθες των προσδοκιών, των αμφισβητήσεων, των αναζητήσεων, της ενδελέχειας, της αβεβαιότητας, με το σήμερα της δημιουργικότητας, της επανάπαυσης, της απογοήτευσης, της καταξίωσης, της επίγνωσης, της αποδοχής, του κατασταλάγματος, της απελευθέρωσης.
Και παραδόξως, τα διαφορετικά, τα ετερόκλητα, ανόμοια «επί μέρους», έγιναν πάλι «σύνολο». Έγιναν οι «Ζωσιμάδες». Για να τιμήσουν τους ευεργέτες τους.
Η παρακμή πλησιάζει. Τα σημάδια της είναι ολοφάνερα. Σχολεία κλείνουν και ανοίγουν καφετέριες. Βιβλία μένουν περιφρονημένα στα ράφια τους, και φυτρώνουν πολυκαταστήματα, για να σκοτώνεται η ώρα μας. Σβήνει η παράδοση της ανταλλαγής σκέψεων, γύρω από το φιλόξενο τραπεζάκι, και δίνει τη θέση της στο βουβό, αποχαυνωτικό άκουσμα εκκωφαντικών ήχων, που τα βάφτισαν «μουσική». Η λέξη «προσφορά» έχει χάσει την έννοια της ευεργεσίας, και έχει ταυτισθεί με εποχιακές εκπτώσεις στα καταστήματα. Γι’ αυτό και η λέξη «πολιτισμός» τείνει να εξαλειφθεί, ή να μεταλλαχθεί σε βλαβερό υποκατάστατό του. Γιατί οι λέξεις αυτές είναι ταυτόσημες: η προσφορά και ο πολιτισμός. Η ευεργεσία και η ακμή. «Προσφορά», που λειτουργεί αμφίδρομα, από και προς την Πολιτεία. Και που χωρίς αυτήν, δεν υπάρχει πολιτισμός. Και χωρίς πολιτισμό, ανοίγεται ο δρόμος για την παρακμή και το έρεβος.
Μέσα δέκατου όγδοου και δέκατου ένατου αιώνα. Κάποιοι ομοαίματοι φωτισμένοι Έλληνες, που είχαν στην καρδιά την Πατρίδα, και στην σκέψη την Πατρίδα, έτσι όπως μόνο στους ξενιτεμένους αυτή ριζώνει, εκεί, κάπου στα Βόρεια ξένα, ενάντια στα σημάδια των καιρών τους, πολέμησαν την παρακμή με την «προσφορά». Και οι αδελφοί Ζωσιμά δώσανε στην πολύπαθη πατρίδα τους τα Γιάννινα τροφή και στέγη σε ανθρώπους, τροφή και στέγη στον πολιτισμό. Και ευεργέτησαν τους νέους προσφέροντάς τους «καλή μόρφωση».
Αυτών τις προσφορές, οι παλιοί συμμαθητές, πάλεψαν να τιμήσουν, προσπαθώντας να μεταλαμπαδεύσουν, στις γενιές που θα ακολουθήσουν, τα φώτα που τους μεταδόθηκαν στα σχολικά τους θρανία, και που αυτοί διαφύλαξαν το ίδιο λαμπερά στη διάρκεια του βίου τους.
Και δέθηκαν μεταξύ τους τα νιάτα αυτά, που ύστερα από μισόν αιώνα ζωής, εξακολουθούν να ονειρεύονται και να οραματίζονται με τον ενθουσιασμό της νιότης.
Δεν είναι ελιτίστικη η συνοχή τους. Έχουν συνοχή, κι αυτός είναι ο λόγος που διακρίνονται. Και εκείνο που τους κάνει συνεκτικούς, είναι αυτή η ιδέα και η επίγνωση, ότι ευεργετήθηκαν, ότι είναι βλαστοί επιμέλειας και φροντίδας για πολιτισμό. Έναν πολιτισμό, που οραματίστηκαν οι αδελφοί Ζωσιμά, και προσέφεραν τα μέσα για την υλοποίησή του, και που όμως, όπως δείχνουν τα σημάδια των καιρών μας, με την αδιαφορία της Πολιτείας, ατόνησε, χαλάρωσε, ζούφιασε. Η προσφορά τους λειτούργησε μονόδρομα.
Η παρακμή πλησιάζει. Ενάντια σ’ αυτήν την παρακμή – που σημάδια της είναι και η αγνωμοσύνη, η λήθη, η αδιαφορία, η βολική συνήθεια- άρχισε η άμιλλα της ευγνωμοσύνης στους ευεργέτες, της θύμησης, της έγνοιας, της συνειδητής δράσης, από αυτούς , που τους δόθηκε κάποτε, στα σχολικά τους χρόνια, εκεί στα Γιάννινα, η δωρεά της εμβρίθειας, η ευκαιρία της γερής και σωστής θεμελίωσης της ζωής τους, πάνω εκεί, όπου θα έχτιζαν τα όνειρά τους.
Και η ομάδα που γνώρισα – εγώ η απ’ έξω – έδεσε τη δύναμή της με την δύναμη αυτών, που οι υποχρεώσεις, το συναίσθημα, οι ευκαιρίες, οι καταστάσεις τους κράτησαν, «καλή τη τύχη», στην γενέτειρα. Και συμφώνησαν όλοι μαζί για συλλογική δουλειά με το όνομα «Σύλλογος Αποφοίτων Ζωσιμαίας Σχολής Ιωαννίνων». Και, όπως τους υπαγόρευε η παιδεία τους, η νόησή τους και η εσωτερική τους δύναμη, όρισαν στόχους για να εκπληρώσουν, τέτοιους, που μόνον μέντορες όπως οι αδελφοί Ζωσιμά, ως πρότυπό τους, μπορούσαν να συμβουλεύσουν.
Και τότε ο σάκκος του πολιτισμού άρχισε να γίνεται κατά τι πλουσιότερος. Γιατί μέλημά τους ήταν η προσφορά. Προσφορά στον χώρο της τέχνης, στον χώρο των γραμμάτων. Και η φαρέτρα τους πλούσια, που έκανε τους στόχους πιο εύκολους. Ποιητές, συγγραφείς, εικαστικοί, οραματιστές επιστήμονες, μαχητικοί επιστήμονες.
Και η πόλη των Ιωαννίνων και η πόλη της Αθήνας έγιναν κι αυτές κατά τι πλουσιότερες σε εκθέσεις, σε εκδηλώσεις, σε προβληματισμούς. Πλημμύρισαν με θύελλες από χρώματα, με μορφές τόσο λικνιζόμενες μέσα στην απατηλή ακινησία τους, με λόγια γεμάτα ψυχή, με ιδέες γεμάτες άνθρωπο.
Και το δένδρο, που θυσιάστηκε στους βωμούς της μνημοσύνης και της επικοινωνίας, ως «φύλλον χάρτου», υπερήφανα δέχθηκε να φιλοξενήσει επάνω του, και να αποτυπώσει εκεί το απαύγασμα των πονημάτων τους, και να πάρει το όνομα του περιοδικού «ΖΩΣΙΜΑΔΕΣ».
Και οι ρίζες του απλώθηκαν, προσπαθώντας να απορροφήσουν τον δροσερό χυμό της ζωής, και να τον μετατρέψουν σε γράμματα, σε λέξεις, σε προτάσεις, σε κείμενα, σε παλιές ιστορίες, σε δημιουργικές ιδέες, σε εύστοχες γνώμες, σε γλαφυρές περιγραφές, σε ενδιαφέρουσες προσκλήσεις, σε ποικίλες παρουσιάσεις, σε δυνατές εικόνες.
Και όταν αυτά έφταναν στον προορισμό τους, χάριζαν αναμνήσεις, που σε κάθε γρατσούνισμά τους ξεπεταγόταν ένα συναίσθημα. Αυτό το συναίσθημα, που μένει ζαρωμένο και κουλουριασμένο στη μνήμη, και με το πρώτο κέντρισμα ξυπνά. Κέντρισμα από λόγια και εικόνες.
Τα λόγια, που έχουν το χάρισμα της αμεσότητας. Είναι ικανά τόσο να ξεσηκώνουν επανάσταση, όσο και να κοιμίζουν συνειδήσεις, μπορούν να σε πλανεύουν, να σε πείθουν, να σε χαροποιούν, να σε μελαγχολούν.
Κι οι εικόνες, το ίδιο άμεσες με τις λέξεις, που είναι ικανές να σταματούν το χρόνο. Το παρελθόν γίνεται παρόν. Και οι αναμνήσεις αποκτούν σάρκα και οστά, καθώς το βλέμμα βυθίζεται στην πραγματικότητα της εικόνας, όπου αχνοφαίνεται η στιγμή, όταν ανασύρεται δειλά απ’ τη μνήμη. Μια πραγματικότητα αλάθητη, ειλικρινής, αδιάψευστη. Η εικόνα θυμάται με κάθε λεπτομέρεια τι είδε. Είδε χαρά, λύπη, ευτυχία, πόνο, υποταγή, στοχασμό; Όλα είναι χαραγμένα στα πρόσωπα. Και διηγείται με πιστότητα τις στιγμές, εξιστορεί γεγονότα, αποκαλύπτει συναισθήματα. Περιγράφει, με λέξεις χρωμάτων, τοπία και χώρους. Κι όταν πάλι δεν θέλει χρώμα, αλλά αρκείται στον καλλιτεχνικό λιτό μονοχρωματισμό, τότε η γλυκιά μελαγχολία που αναδίδει, παραμερίζεται από τη σκέψη, ότι «η ζωή είναι έγχρωμη».
Και πρέπει να παραμένει έγχρωμη. Γιατί η παρακμή πλησιάζει, και τα σημάδια της ολοφάνερα. Αυτά τα σημάδια, που μας τοποθετούν μέσα σε μελαγχολική, άπελπι, ασπρόμαυρη εικόνα. Που μας θέλουν προορισμένους για μεταλλαγμένες αξίες, διαστρεβλωμένα οράματα, για υποκατάστατα βίου. Και έτσι – εύκολη λεία πλέον-παραδομένους στον εγωιστικό ετσιθελισμό, στην εξάρτηση, στην ανασφάλεια, στην βολή… …στην παρακμή.
Ναι, η παρακμή πλησίασε. Είναι πολύ κοντά. Αλλά δεν έφτασε ακόμα. Γιατί κάποιοι φίλοι, κάπου στη Αθήνα, στη Θεσσαλονίκη, στα Γιάννινα, στην Πάτρα, ή και πάρα έξω, σ’ολόκληρο τον κόσμο, συναντιούνται, νιάτα χρονιούμενα, και παλεύουν να πάνε ενάντια στα σημάδια της. Και σημάδια της δεν είναι τα γηρατειά. Ούτε είναι η φτώχια. Αυτά τα δύο είναι γενναιόδωρα σε προσφορά και σε πολιτισμό. Σημάδια της φαίνονται αδιάψευστα, όταν στερέψει στον άνθρωπο η ανάγκη να αγωνισθεί ενάντια στο ρίζωμά τους. Και σε τούτο δεν υπάρχουν δικαιολογίες. Μόνον αίτια, χωμένα μέσα στο πνεύμα και στην ψυχή.
Ας διερωτηθούμε λοιπόν, ποια είναι τα αίτια της σημερινής στείρας πραγματικότητάς μας.-
Αθήνα 25-9-2013
Τα σημάδια τού σήμερα
Και σήμερα 14-5-2015, αντικρίσαμε μια πραγματικότητα, που ο παραλογισμός της εξώθησε ακόμα και σ’ αυτήν την αποστέρηση, από την Πρότυπο Ζωσιμαία Σχολή, του Λυκείου της, κατακερματίζοντας τη συνέχεια της γνώσης, που αυτή προσφέρει, προσβάλλοντας έτσι αναίσχυντα την μνήμη των Ευεργετών και Ιδρυτών της αδελφών Ζωσιμά.-
Γεωργία Κολαΐτη – Σακελλαρίου